4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Κώστας Καββαθάς (Εν λευκώ - Αντίλογος)

Κλαυσίγελος...
Η πίστα της Formula 1 στην Ελλάδα

ΣΕ άλλες χώρες της Ευρώπης, αλλά περισσότερο στις ΗΠΑ, οι δημοσιογράφοι έχουν τη δυνατότητα (μέσω του «syndication») να δημοσιεύουν το άρθρο ή το ρεπορτάζ που κάνουν για συγκεκριμένο θέμα την ίδια ημέρα σε πενήντα εφημερίδες και περιοδικά. Αν το ίδιο ίσχυε στην Ελλάδα, το «Εν Λευκώ» των 4Τ θα μπορούσε να δημοσιευτεί στην εφημερίδα που γράφω (Πρώτο ΘΕΜΑ) ή το «Επί Παντός» στο περιοδικό. Η μέθοδος προφυλάσσει τους δημοσιογράφους από το θανάσιμο αμάρτημα να επαναλαμβάνουν τους εαυτούς τους. Επειδή αυτό δε συμβαίνει στην Ελλάδα, θα χρησιμοποιήσω υλικό από ένα άρθρο που έγραψα στις 4 Αυγούστου στην εφημερίδα, για τις προσπάθειες που έχουν γίνει τα τελευταία... 35 χρόνια ώστε να αποκτήσει και η Ελλάδα μια πίστα Formula 1. Όπως τα περισσότερα πράγματα, με την εξαίρεση του αερομπούνκερ «Ελ. Βενιζέλος» και την Αττική Οδό, οι προσπάθειες χαρακτηρίστηκαν από τη μόνιμη νεοελληνική τσαπατσουλιά και αναβλητικότητα, αλλά και από το γελοίο του πράγματος. Όλα αυτά, μέχρι την ημέρα που οι «πνευματικοί μας γονείς», οι Τούρκοι, έφτιαξαν (σε χρόνο dt) πίστα και οργάνωσαν και το 1ο Τουρκικό Grand Prix στην Iστορία. Όπως ήταν φυσικό, η πρόκληση των «γονέων» ήταν τεράστια, με αποτέλεσμα, εκεί που οι διάφοροι συγκαμένοι με αντιμετώπιζαν με άκρατη συγκατάβαση του στιλ «τι είναι αυτά που λες, Κωστάκη;», να μην υπάρχει δημοσιογράφος, εφημερίδα, κανάλι, υπουργός, ακόμα και... πρωθυπουργός που να μη μιλάει για την ανάγκη δημιουργίας «πίστας Formula 1 στην Ελλάδα». Από το μηδέν στο άπειρο, από την ειρωνεία και την απαξίωση στη δουλική αντιγραφή, στο ξεπατίκωμα, στο «γιατί όχι κι εμείς;», κι όλα αυτά κάτω από ένα πέπλο δήθεν ενδιαφέροντος που πίσω του κρύβει τα μύρια όσα συμφέροντα, όχι μόνο των τοπικών κοινωνιών, αλλά και των πολιτικών που έχουν κάνει επιστήμη το «είπα ξείπα». Σε κάποιον σαν εμένα, που έχω παίξει σε όλες τις παραστάσεις (λόγω της πίστης σε ένα σχέδιο που πίστευα και πιστεύω ότι θα προσφέρει μια αστείρευτη πηγή εσόδων, αλλά θα αποτελέσει κι ένα εργαστήρι πειραματισμού και γνώσης), οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών θυμίζουν το γνωστό «είπανε της γριάς να χέσει κι αυτή ξεκ...». Τους τελευταίους τρεις μήνες δεν υπάρχει έντυπο, κανάλι ή δικτυακός τόπος που να μην αναφέρεται στο θέμα. Στο «κόλπο» μπήκαν ακόμα και μουσικοί σταθμοί, που κάνουν «καμπάνια» για την πίστα, ενώ τα τελευταία δέκα χρόνια δεν «περνούσαν» ούτε ένα απλό δελτίο Tύπου για το ζήτημα. Ζητώ συγγνώμη απ’ όσους διάβασαν την εφημερίδα, αλλά μερικά πράγματα, ευτυχώς, δεν αλλάζουν ή δεν πρέπει να αλλάζουν.
Οι συχνές επισκέψεις της γραίας της ιστορίας μας στο WC είναι χαρακτηριστικό της υπερβολής που χαρακτηρίζει το λαό μας. Ανοίγει ένα σουβλατζίδικο, φαρμακείο, ταχυφαγείο, μη κυβερνητική οργάνωση ή κόμμα και, σε χρόνο dt, δίπλα κάνουν την εμφάνισή τους άλλα εκατό, με αποτέλεσμα σε ένα μήνα τα περισσότερα να έχουν κλείσει. Πολύ φοβάμαι ότι το ίδιο συμβαίνει με την υπόθεση «πίστα Formula 1». Λίγο η ζήλια-ψώρα για το Τουρκικό Grand Prix, λίγο οι δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων, περισσότερο τα «διεισδυτικά» ρεπορτάζ των εφημερίδων, και το θέμα ενεργεί ως καθαρτικό.
Η επιθυμία να δω (πριν πεθάνω) μια πίστα κι έναν αγώνα F1 στη χώρα μου, το επάγγελμα που εξασκώ και η αδικαιολόγητη (όπως αποδείχτηκε μέχρι σήμερα) εμπιστοσύνη που δείχνω στους ηθοποιούς που ανέφερα πιο πάνω με έκαναν να διαθέσω εκατοντάδες, για να μην πω χιλιάδες, ώρες της ζωής μου ακολουθώντας τις επισκέψεις της γιαγιάς στο «μπάνιο».
Στα 45 χρόνια της δημοσιογραφικής μου ζωής υπέβαλα (μόνος ή σε συνεργασία με σπουδαστές του ΕΜΠ, του ΑΠΘ και του Πολυτεχνείου της Πάτρας) περισσότερες από... 10 μελέτες για την κατασκευή πίστας, διέθεσα πάνω από 3.000 ώρες στους προθαλάμους γενικών γραμματέων, υπουργών, ακόμα και πρωθυπουργών, και απολύθηκα από κανάλια και εφημερίδες, επειδή επαναλάμβανα ότι και η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει ένα αυτοκινητοδρόμιο «ευρωπαϊκών προδιαγραφών». Σε αυτά τα χρόνια εισέπραξα τα ειρωνικά σχόλια των υπουργών της «δεξιάς» και των στελεχών της πρωτο-σοσιαλιστικής περιόδου, που είχε την «επανάσταση» (των «Mερσεντέ») στο τσεπάκι. Οχυρωμένοι πίσω από τα ανακαινισμένα (με τους δικούς μου φόρους) γραφεία τους, έλεγαν, με ύφος εκατό καρδιναλίων, ότι οι αγώνες αυτοκινήτου και μοτοσικλέτας, η ανεμοπορία, ο αλεξιπτωτισμός, οι πειραματικές αεροκατασκευές και, γενικά, ό,τι είχε σχέση με το μηχανοκίνητο αθλητισμό είναι «σπορ των πλουσίων» και πως τα μόνα αθλήματα που καταλάβαιναν είναι το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ κι εκείνα του κλασικού αθλητισμού, που ελέγχονται από «παράγοντες», καναλάρχες, εθνικούς προμηθευτές και αντιπροσώπους ουσιών ντόπινγκ. Μάταια επιχειρούσα να πείσω ότι η σχεδίαση, η κατασκευή και, τελικά, η συμμετοχή σε αγώνες με ένα αυτοκίνητο ή δίκυκλο που είναι σχεδιασμένο και κατασκευασμένο από τα ίδια τα παιδιά είναι άθλημα για το μυαλό και το σώμα. Τα ιριδίζοντα κουστούμια με τις σκατί γραβάτες είχαν (και εξακολουθούν να έχουν) ξεκάθαρες απόψεις. Οι αγώνες θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή των νέων, τους διώχνουν μακριά από τα φραπόγαλα, τις καφετέριες και τα μπαρ με τα χάπια, τους ντίλερς της πρέζας και τους face controllers, άρα ό,τι έχει σχέση με αυτούς να πάει να... τιμηθεί.
Τα χρόνια πέρασαν, η γλώσσα, το «μπικ», η γραφομηχανή και το PC «μάλλιασαν» γράφοντας τα ίδια και τα ίδια, μέχρι την ημέρα που έγινε το... Tουρκικό Grand Prix! Η γραία έπαθε ένα είδος ταραχής και, ενώ για σαράντα χρόνια κανείς δε μιλούσε για πίστα, οι τουαλέτες της επικράτειας γέμισαν από γραίες που έτρεχαν «προς ανάγκη τους». Ακόμα και ο Τύπος των Δακρύων, οι politically correct εφημερίδες των ευλογημένων εκδοτών (και δημοσιογράφων), ξέχασε τις «αρχές» του και ανακάλυψε ότι η Formula 1 κάνει καλό στο... βασίλειο της Δανιμαρκίας. Δεν περνούσε ημέρα που να μη διαβάζω ένα... δικό μου κείμενο ή πρόταση σε κάποιο έντυπο ή δικτυακό τόπο. Aλλά, διάβολε, δεν πειράζει - ας γίνει η «πίστα», και κανείς ας μην αναφέρει το όνομά μου (εκτός από τον Τάκη Τρακουσέλλη στο Πρώτο ΘΕΜΑ, που έγραψε ότι είμαι ο «πατέρας» της πρότασης για το Aεροδρόμιο Ελληνικού). Πίσω από την προφανή ειρωνεία (πώς αλλιώς μπορώ να αντιμετωπίσω όλα αυτά τα καρτούν της πολιτικής που δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν το προφανές;) υπάρχει μια βαριά ιστορία. Την ανέφερα στην εφημερίδα, την επαναλαμβάνω στους 4Τ, μήπως και, στο μέλλον, την ανακαλύψει κάποιος και αποδώσει τα του Καίσαρος.

Η Χαλανδρίτσα
Η ιστορία ξεκίνησε, όταν μια ομάδα επιχειρηματιών (ακόμα δεν ξέρω ποιοι είναι) αγόρασαν (;) μοναστηριακή ιδιοκτησία στην περιοχή της Χαλανδρίτσας στην Πάτρα, με στόχο να γίνει εκεί «πίστα Formula 1». Στην προσπάθεια συμμετείχαν κάποια στιγμή και οι Τεχνικές Εκδόσεις, έπειτα από αίτημα του Γραφείου Μελετών Δοξιάδη, το οποίο δεν μπορούσαμε να αρνηθούμε, λόγω της σοβαρότητας του φορέα. Η περιοχή «έπαιζε» και εξακολουθεί να «παίζει». Στο βαθμό που η γνώμη μου έχει κάποια βαρύτητα, δεν έχει πολλές πιθανότητες «υλοποίησης», για τον απλό λόγο ότι δε βρίσκεται κοντά στον υδροκέφαλο των Αθηνών. Για να το πω διαφορετικά, ένα αυτοκινητοδρόμιο διεθνών προδιαγραφών δεν έχει την παραμικρή ελπίδα να επιζήσει, αν δε βρίσκεται κοντά στην πρωτεύουσα, αφού, για λόγους που όλοι γνωρίζουμε, εκεί ζει το 50% του ελληνικού λαού. Στη διάρκεια της «εθνοσωτηρίου», δημιουργήθηκε και μια ΔΕΚΟ με την επωνυμία «Ελληνικά Αυτοκινητοδρόμια ΑΕ». Η ΔΕΚΟ διέθετε γραφεία, γραμματείς, φαρισαίους και λοιπούς υποκριτές, για να μην αναφερθώ στη «Mερσεντέ» του Διευθύνοντος Συμβούλου, του οποίου φρόντισα να ξεχάσω το όνομα. Παρά τις προσπάθειες για τη συγκέντρωση του απαιτούμενου κεφαλαίου, μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές (10.09) το «όραμα» δεν ευδοκίμησε.
Στα υπέρ της Χαλανδρίτσας, το λιμάνι της Πάτρας, η σύνδεση με την Ιταλία, η σχετικά καλή ξενοδοχειακή υποδομή και οι οδικοί άξονες που συνδέουν την πόλη με τον υδροκέφαλο. Στα κατά, η μικρή έκταση, τα μεγάλα ποσά που απαιτούνται για την κατασκευή των έργων υποδομής, των οδικών προσβάσεων και, πάνω και πέρα απ’ όλα, το ανθρωποσφαγείο της Ε.Ο. Κορίνθου-Πατρών.
Από την εποχή της Χαλανδρίτσας και μετά, ακολουθεί η περίοδος των «μελετών». Γαλάζια, πράσινα ή ροζ γραφεία «μελετούν» πίστες (εισπράττοντας σεβαστά ποσά) και η Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς γίνεται το κέντρο της προσπάθειας, όταν Γ.Γ. ήταν μερικά από τα πλέον προβεβλημένα κομματικά μηδενικά της συγκυβέρνησης, του γαλάζιου, του σοσιαλιστικού και του εκσυγχρονιστικού μπλοκ. Στη μια αίθουσα «μελετούσαν» οι πράσινοι, στην άλλη οι γαλάζιοι. Ακόμα και οι συνασπισμένοι «μελετούσαν» πίστες. Όλα «έπαιζαν» και πολλοί έτρωγαν. Την εποχή εκείνη, εκτός από τη Χαλανδρίτσα, συζητιόταν η Ανάβυσσος, η Καστέλλα και η πόλη των Αθηνών (πρότασή μου στο μακαρίτη Α. Τρίτση). Κάποια στιγμή κι ενώ περίμενα 2 ώρες για να με δεχτεί γαλάζιος Γραμματέας με παντοφλέ παπούτσι, μισό λουστρίνι μισό σουέτ, είπα «φτάνει» και δεν ξαναπάτησα.

Αιγίνιο
Μια πίστα (που θα μπορούσε να εξελιχθεί ακόμα και για Formula 1) φτιάχτηκε από ομάδα βορειοελλαδιτών αγωνιζομένων σε μια προστατευόμενη (από τη Συνθήκη Ραμσάρ) χαβούζα κοντά στο Αιγίνιο. Παραλίγο να γίνει και αγώνας, αλλά εμποδίστηκε από «οικολόγους», που προτίμησαν ο τόπος να μείνει σκουπιδότοπος.

Σέρρες
Μια από τις καλύτερες, αν όχι η καλύτερη, πίστα των Βαλκανίων και της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Έργο της τοπικής αυτοδιοίκησης (Δήμος Σερρών) που δεν μπορεί να γίνει πίστα για αγώνες Formula 1, επειδή δεν υπάρχει χώρος, ενδιαφέρον, φαντασία και θέληση από τη «τοπική κοινωνία», η οποία μάλλον προτιμά τα πολίτικα λουκάνικα και τα σουτζουκάκια.

Ορχομενός
Μερικές δεκαετίες αργότερα, στη σκηνή εμφανίζεται η λύση του Ορχομενού. Δημιουργήθηκε «φορέας» (το ΚΕΜΑΕ), όπου συμμετέχει η ΕΛΠΑ, η τοπική αυτοδιοίκηση και ιδιώτες επενδυτές που κανείς δεν ξέρει ποιοι είναι. Για μία δεκαετία κυκλοφορούν ιστορίες για Aμερικανούς κροίσους που θα φέρουν τσουβάλια τα δολάρια και για μεγάλες ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες που ενδιαφέρονται «να πάρουν τη δουλειά». Κάποια στιγμή, μάλιστα, τα πράγματα σοβάρεψαν, ώστε κατατέθηκε και... θεμέλιος λίθος από τον -τότε- πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Πρόσφατα, πληροφορήθηκα από τις εφημερίδες ότι εγκρίθηκε κονδύλιο 2 εκατ. ευρώ και από αυτό διατέθηκαν 500.000 ευρώ για τη σύνταξη «περιβαλλοντικής μελέτης». O Θεός να με φυλάει από τη μία και... κρίμα που δεν «πήρα τη δουλειά»!
Στα υπέρ, ο μεγάλος χώρος της (δωρεάν) κρατικής γης. Στα κατά, η απόσταση από την Αθήνα, η παντελής έλλειψη ξενοδοχειακής και τουριστικής υποδομής, αφού μια πίστα Formula 1 δε ζει μόνο από την τέλεση του όποιου Grand Prix, αλλά από τις διοργανώσεις που πρέπει να γίνονται εκεί τις υπόλοιπες 363 ημέρες του έτους.

Ελληνικό
Το καταπατημένο, βιασμένο (παρά φύση), μέχρι στιγμής αναξιοποίητο αεροδρόμιο είναι ο ιδανικός χώρος για τη δημιουργία όχι μόνο πίστας Formula 1, αλλά του πιο πράσινου από τα πράσινα μητροπολιτικά πάρκα στην Ευρώπη. Μόνο οι πτωχοί τω πνεύματι (και, πιστέψετε με, υπάρχουν πολλοί ακόμα και... υπουργοί - ονόματα δε λέω) κι εκείνοι που έχουν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα μπορούν να ισχυριστούν ότι οι αγώνες εμποδίζουν την ίδρυση και τη λειτουργία μητροπολιτικού πάρκου και, βέβαια, αεροδρομίου για τη Γενική Αεροπορία. Μόνο αυτή η λύση μπορεί να επιτρέψει το φύτεμα 400.000 δέντρων, τη δημιουργία λιμνών, την προσέλκυση 15.000 πτηνών και τη στάθμευση 350 αεροπλάνων και ελικοπτέρων, για να μην αναφέρω τη δημιουργία επισκευαστικής βάσης της Πολιτικής Αεροπορίας, στην οποία θα βρουν δουλειά μερικές εκατοντάδες άνεργοι. Η μόνη ελπίδα να σωθεί το Ελληνικό από την μπουλντόζα και το μπετόν είναι να παραμείνει αεροδρόμιο και να γίνει η πίστα που θα ανταγωνιστεί εκείνη των φίλων και συμμάχων μας στο ΝΑΤΟ.
Είναι περισσότερο από βέβαιο ότι, αν ο Πρωθυπουργός επιλέξει το Ελληνικό, οι «αγανακτισμένοι» κάτοικοι και οι ποικιλόμορφοι «φορείς» των περιοχών που συνορεύουν με το αεροδρόμιο θα προσφύγουν στο ΣτΕ. Το έργο θα καθυστερήσει χρόνια και, τελικά, τη μάχη θα κερδίσουν οι εργολάβοι οικοδομών, τους οποίους η ύπαρξη του αεροδρομίου εμποδίζει να «ρίξουν» από δύο έως τρεις ορόφους στα υφιστάμενα διώροφα και τριώροφα. Αυτός είναι ο λόγος για τις λυσσαλέες αντιδράσεις και όχι η ποιότητα ζωής και «η υγεία των παιδιών τους», που περιφέρουν σαν σημαία (από νάιλον). Η αλήθεια πίσω από τις αντιδράσεις είναι τα πανωσηκώματα, οι πολυκατοικίες και τα εμπορικά κέντρα που θέλουν να χτίσουν για να τα «κονομήσουν» - και καλά να κάνουν οι άνθρωποι, γιατί πώς αλλιώς θα αποκτήσουν Mercedes 500 AMG;

Μέγαρα
Τι είναι τούτο; «Τούτο», όπως έχω πει σε πλειάδα αρμοδίων, είναι το τρίγωνο των 3.500-4.000 στρεμμάτων στην περιοχή όπου γίνονται οι ρίψεις αλεξιπτωτιστών και οι εκτάσεις που έχει στη διάθεσή του το στρατιωτικο-πολιτικό αεροδρόμιο της Πάχης. Τα υπέρ είναι τόσα, ώστε να κινδυνεύει να μη μείνει κανένα κατά! Είναι κοντά στην Αθήνα, στα ξενοδοχεία, στα μουσεία, στα night club, στο μπιντέ και στο Da Capo. Έχει πρόσβαση από Εθνική και Αττική Οδό, καθώς και από προαστιακό (ο νέος σταθμός πρέπει να τελειώνει σύντομα, γιατί ο παλιός υπέφερε από... κατολισθήσεις). Είναι 20 λεπτά από το αερομπούνκερ του «Ελ. Βενιζέλος». Διαθέτει «γραφικό» λιμανάκι στην Πάχη και σύγχρονη μαρίνα λίγο δεξιότερα (Kουροπάτκιν), αν η «τοπική αυτοδιοίκηση» αφήσει τις επί χάρτου ασκήσεις και διεκδικήσει το φιλέτο από τη Νομαρχία Δυτικής Αττικής, που, απ’ ό,τι είμαι σε θέση να ξέρω, υποστηρίζει με πάθος την πρότασή μου.
Με το Λουτράκι, το καζίνο, τον Ισθμό, το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου («επισκεφτείτε το Ελληνικό Grand Prix και δείτε και Μήδεια»).
Η «υποβαθμισμένη» περιοχή των Μεγάρων είναι, άλλωστε, αυτή που, ανεπίσημα, χαρακτηρίστηκε από τους ειδικούς που ήλθαν στη χώρα μας ως μια από τις καλύτερες, αν όχι η καλύτερη στον κόσμο.

Κρήτη
Λίγες ημέρες μετά τη δημοσίευση του άρθρου μου στο Πρώτο ΘΕΜΑ, είδα, στην Οικονομική Καθημερινή, ένα τετράστηλο στο οποίο αναφέρονταν τα πλεονεκτήματα της κατασκευής πίστας Formula 1 στην... Κρήτη! Επειδή όχι απλώς αγαπάω αλλά θαυμάζω το νησί και τους Κρητικούς, δε θέλω να πω τίποτα περισσότερο από το ότι πρέπει να είναι πιο προσεκτικοί και να μην επιτρέπουν στον κάθε άσχετο να τους εκθέτει.

Επίλογος
Για να γίνει μια πίστα Formula 1 στην Ελλάδα, πρέπει να πει το «ναι» ο Μπέρνι. Ποιος είναι ο Μπέρνι Έκλεστοουν; Πιπέρι, που δεν ξέρετε τον αρχηγό όλων των αρχηγών. Αν αυτός δεν ανάψει το «πράσινο φως», καμία χώρα, από την Τουρκία μέχρι το Μπαχρέιν και από την Κίνα μέχρι τη Σουαζιλάνδη, δεν «παίρνει» γύρο του παγκόσμιου πρωταθλήματος.
Έστω, όμως, ότι η χώρα μας διαθέτει την εξυπνάδα και την ικανότητα να δημιουργήσει μια ολιγομελή ομάδα (ένα άτομο!) που θα κινήσει την όλη προσπάθεια και ο Μπέρνι ενδώσει στις ορέξεις της γριάς (είναι έτοιμος, αν η ελληνική πλευρά δηλώσει έτοιμη). Απ’ εκεί και πέρα, τι γίνεται; Ποιος θα «τρέξει» το project; Ποιος θα πείσει, πουλήσει, ονειρευτεί, προτείνει νέες «δράσεις» που να φέρνουν ευρώ με τη σέσουλα; Το κράτος; Η τοπική αυτοδιοίκηση; Oι χαρτογιακάδες των υπουργείων;
Μεγάλα τα ερωτήματα, αλλά και οι ανάγκες της γραίας, και οι απαντήσεις δύσκολες -αλλά, συνάμα, εύκολες, αν αυτά, τα τόσο σοβαρά και αποφασιστικά για το (οικονομικό) μέλλον της χώρας, τα χειρίζονται άνθρωποι που ξέρουν και όχι γριές που τους λένε να πάνε να χ... κι αυτές ξεκ...


Μία ημέρα στον ψυχαναλυτή (A day at the shrink, όπως θα έλεγε -παλιά- o Nτον Mάρτιν στο περιοδικό MAD)
Παρ’ ότι η μέρα της Kρίσεως πλησιάζει, εξακολουθώ να πιστεύω ότι δεν έκανα τίποτα σπουδαίο. Mόνο τη δουλειά μου, όπως μου την έμαθαν οι παλιοί δάσκαλοι, κι αυτή χωρίς να είμαι σίγουρος ότι την έκανα καλά. Να γράφεις για τον αναγνώστη, να λες αυτά που πιστεύεις, να μην επηρεάζεσαι από συμφέροντα, να κυνηγάς την είδηση. Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, σαν τις καλές Ερινύες, εμφανίζονται στα όνειρά μου και με ρωτούν πώς πήγε η χρονιά. Κι εγώ στέκω αμήχανος, γιατί τι ν’ απαντήσω; Πως οδήγησα το νέο Getz και δοκίμασα τη νέα Ferrari; Δε λέει. Το πρώτο γιατί είναι ένα κουτί με ρόδες, το δεύτερο γιατί δεν έχει θέση στη νέα εποχή. Το όποιο Getz δε μου λέει τίποτα (γιατί σχεδιάζεται και φτιάχνεται εκτός Ελλάδας), το δεύτερο γιατί ποιος φορτωμένος με προβλήματα και υποχρεώσεις άνθρωπος gives a fuck;
Προδοσία! Θα πουν κάποιοι. Ο Καββαθάς έχει χεσμένη τη Ferrari. Πάλι εκτός θέματος. Δεν έχω χεσμένη τη Ferrari, αλλά τον τρόπο με τον οποίο το φαινόμενο Ferrari αντιμετωπίζεται από ένα λαό κι ένα κράτος που δεν είναι σε θέση να σχεδιάσει και να κατασκευάσει όχι αυτοκίνητα, αλλά ούτε καν οδοντογλυφίδες! Αν, λοιπόν, κάποιοι (αρκετοί) με κατηγορούν για «επανάληψη», δε λαμβάνουν υπόψη τη δική τους ανικανότητα να διακρίνουν το πηγάδι μέσα στο οποίο όλοι έχουμε πέσει. Η ιστορία του Έντσο Φεράρι, των αδελφών Λάντσια και Mαζεράτι, του Kόλιν Tσάπμαν και του Tζον Kούπερ και κάθε γαμημένου μηχανικού και δημιουργού που έκανε τους νέους της δικής μου γενιάς και άλλων είκοσι μετά να τρέχουν στις πίστες και από εκεί στα πολυτεχνεία και στα πανεπιστήμια δεν έχει σχέση με το χοντρομαλάκα που, επειδή έκανε την αρπαχτή του στη φούσκα του χρηματιστηρίου, αγόρασε Ferrari, Porsche, ελικόπτερο, κολεόπτερο, κρούζερ, θαλαμηγό ή ό,τι στο διάβολο αγόρασαν οι εκπρόσωποι των επιφανών σαράφηδων.
Το ίδιο και με άλλα, πιο πρακτικά παραδείγματα. Όπως η 35χρονη προσπάθεια του περιοδικού να παρουσιάσει, να προβάλει, να προωθήσει τη σχεδίαση, την κατασκευή, αλλά και -επειδή εμείς δε φτιάχνουμε τίποτα- τη χρήση από τους Έλληνες αποδοτικότερων, άρα καθαρότερων και φιλικότερων στο περιβάλλον κινητήρων και αυτοκινήτων. Αλλά και ο αληθινός αγώνας για καλύτερη ενεργητική και παθητική ασφάλεια. Ούτε θυμάμαι ποιοι και πόσες φορές μας «έκοψαν τη διαφήμιση», επειδή δε γράφαμε καλά λόγια για τ’ αυτοκίνητά τους. Οι παλιοί θυμούνται. Οι νέοι και οι εμπαθείς δε θέλουν να ξέρουν. Ούτε πόσους διαγωνισμούς σχεδίασης, εκθέσεις, εκδηλώσεις σε πολυτεχνεία και πανεπιστήμια, σε Δήμους Αθηναίων και Φεγγαρέων, σε χωματερές και πίστες, σε ειδικές και μη διαδρομές, κάναμε σε μια μάταιη, όπως αποδείχτηκε, προσπάθεια να προκαλέσουμε το ενδιαφέρον της «Πολιτείας» αλλά και εκείνων των «πολιτικά ορθών» γενίτσαρων που, επειδή «βγάζουμε ένα περιοδικό γι’ αυτοκίνητα», μας αντιμετώπιζαν και ακόμα μας αντιμετωπίζουν σαν... λεπρούς. Από τα 35 στα 36, λοιπόν, οι 4ΤΡΟΧΟΙ, ένα από τα παλαιότερα ελληνικά περιοδικά, κι εγώ να μην εννοώ να καταλάβω ότι τα χρόνια (και η εποχή μου;) πέρασαν και πώς είναι καιρός να κρεμάσω τα όπλα. Ποια όπλα, δηλαδή; Περισσότερο μοιάζω με μέλος της ομάδας των ιπποτών στην ταινία των Monty Python «Life of Brian», παρά με μάχιμο δημοσιογράφο. Ποια είναι η ταινία; Συγχωρέστε με, αλλά, αν δεν την έχετε δει, χάνετε το δικαίωμα της ανιδιοτελούς κριτικής! Μπορεί και η πλέον ανατρεπτική ταινία από ιδρύσεως κινηματογράφου. Όπου τέσσερις ιππότες ελεεινής μορφής περιπλανώνται στο δάσος του Σέργουντ. Δεν έχουν άλογα, πανοπλίες και ξίφη, αλλά θέλουν να κάνουν τους άλλους να πιστέψουν ότι έχουν (άλογα). Γι’ αυτό τρέχουν μιμούμενοι τον ήχο των οπλών, πλαταγίζοντας τη γλώσσα στο μάγουλο και χτυπώντας παλαμάκια. Τώρα που το σκέπτομαι, όχι μόνο αναγνωρίζω το δίκαιο του αναγνώστη Μ.Π., που με κάνει «με τα κρεμμυδάκια» σε 10σέλιδη επιστολή (την οποία ίσως θα έπρεπε να δημοσιεύσω, για να δείτε πόσες απόψεις υπάρχουν), αλλά είμαι, ως άλλη Ιωάννα της Λορένης, έτοιμος να παραδοθώ στην πυρά. Μέχρι και... τουρκοφάγο με αποκαλεί ο καλός αυτός άνθρωπος, έστω και αν ήδη κυκλοφόρησε ένα περιοδικό μας στην Τουρκία και σύντομα θα βγει κι ένα ακόμα. Αφήστε που με εγκαλεί, επειδή «δίνω το κακό παράδειγμα» στους νέους, δημοσιεύοντας άρθρα που λένε πως πήγαμε με 250 ή 300 χλμ./ώρα με τις μοτοσικλέτες που δοκιμάζουμε. Εκείνο, όμως, που με έκανε να απορρίψω και τις 10 σελίδες είναι ότι με εγκαλεί επειδή «... η κριτική μου στάση απέναντι στο αυτοκίνητο περιορίζεται στο κοινωνικώς ορθό και όχι στην απόκτηση ενός κτηνώδους αισθητικά και αντικειμενικά Hummer ή του “μπαούλου” BMW X5 ή των Porsche Cayenne...». Όσοι διαβάζουν -και όχι ξεπετάνε- τους 4Τ έχουν διαβάσει τη θέση μου/μας για τα συγκεκριμένα και άλλα παρόμοια αυτοκίνητα.
Θα επαναλάβω, για ακόμα μία φορά, τη θέση που είχα όταν ξεκίνησα τη δημοσιογραφία και, αργότερα, το περιοδικό: ανήκουμε σε μια κατηγορία ανθρώπων που έτυχε να γεννηθούν σε μια χώρα που επέτρεπε αυτές τις παρεκβάσεις (αν κανείς μπορεί να τις αποκαλέσει έτσι). Αν ήμασταν σίγουροι ότι κινδυνεύουμε μόνο εμείς, θα πηγαίναμε με... 700 χλμ./ώρα, μπορεί και με... 1.000. Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος που σχεδόν όλοι λάβαμε ή λαμβάνουμε μέρος σε αγώνες, καβαλάμε μηχανές, πετάμε αεροπλάνα, ανεμόπτερα και ελικόπτερα και, γενικά, κάνουμε ό,τι η χώρα και το σύστημα όπου ζούμε επιτρέπει. Το ότι τα παραπάνω έρχονται σε αντίθεση με τον τρόπο που ζει ένα μεγάλο τμήμα της ανθρωπότητας το γνωρίζουμε καλύτερα απ’ πολλούς, όπως γνωρίζουμε ότι η στάση που τηρήσαμε στην προσωπική και επαγγελματική μας ζωή χαρακτηρίζεται από το μέτρο - στο οποίο αναφέρθηκα και στο περασμένο «Εν Λευκώ». Και είναι αυτή η στάση ζωής που, πιστεύω (και ίσως και εδώ να κάνω λάθος), έχει βοηθήσει χιλιάδες αναγνώστες να επιλέξουν έναν καλύτερο δρόμo στη δική τους ζωή.
Σε κάποιο από τα τεύχη του χειμώνα, ίσως κάνω μια προσπάθεια να έλθω στην εποχή μου, από την οποία κατηγορούμαι ότι απουσιάζω! Μα, αν το περιοδικό, ο ιδρυτής και οι συνεργάτες του απουσιάζουν, τότε ποιος ή ποιοι είναι παρόντες; Παρακαλώ για την απάντησή σας.
Με αυτά και με τα άλλα, πέρασε το καλοκαίρι, που δεν ήταν από τα καλύτερα της (ετεροχρονισμένης) ζωής μου. Εκτός από μια σοβαρή περιπέτεια που είχα διασχίζοντας με το (φανταστικό) σκάφος μου τη Θάλασσα των Σαργάσσων, βορειοανατολικά των Αντιλλών, τα άλλα πήγαν κατ’ ευχή. Τι περιπέτεια; Να... Συνάντησα το Ναυτίλο και μίλησα με τον Kάπτεν Nέμο. Δε με πιστεύετε; Ούτε εγώ, αλλά συγχωρέστε με, γιατί δεν είναι δυνατόν να σας διηγηθώ όλες τις ιστορίες ενός ταξιδευτή της πολυθρόνας σε μία σελίδα.
Από τα παραπάνω έχετε καταλάβει ότι, ύστερα από 36 χρόνια, κάτι θέλω να σας πω, αλλά δεν μπορώ. Σωστά καταλάβατε, γι’ αυτό περιμένετε την έκδοση του Ασημόσπιτου, του βιβλίου που απειλώ ότι θα γράψω, αλλά δεν, γιατί δε διαθέτω τη δύναμη που απαιτείται ώστε να χαθώ στο προσωπικό μου «κωσταλέξι». Πέρασε η ζωή και ούτε μία φωτογραφία στο Parasite Beach δεν έβγαλα - αφήστε που δεν έχω Cayenne, για να μην πω Carrera. Ένας άχρηστος δημοσιογράφος-εκδότης είμαι, που μάταια προσπαθεί να βρει μια θέση για να δέσει τη θαλαμηγό του στον Κόλπο των Χοίρων, στο νησί των ανέμων. Και να πει κανείς ότι δεν είχα ευκαιρίες. Όταν αλληλογραφούσα με το Omni, το Playboy, το Cosmopolitan αλλά και το Road & Track, το Byte, το Scientific American, για να τα βγάλω στην Ελλάδα, οι άλλοι δεν είχαν ακόμα... γεννηθεί. Και όταν οι Τεχνικές Εκδόσεις έβγαλαν το Σκάφος & Θάλασσα, το Ταξιδεύοντας, το Ηλεκτρονικός Υπολογιστής, το Αναλόγιο, το Επιστήμη & Τεχνολογία και μια πλειάδα άλλων ειδικών περιοδικών, πάλι οι άλλοι ήταν σκέψεις στο μυαλό των γονιών τους. Όμως, για λόγους που είχαν να κάνουν με τα... πολιτικά μου «πιστεύω» (με τίποτα δεν ήθελα να πουλήσω βυζιά στους αναγνώστες) και την οργάνωση της επιχείρησής μας, τα σχέδια δεν ευδοκίμησαν ή πέθαναν νωρίς, εκτός από αυτά που μου επιτρέπουν να υπάρχω (4ΤΡΟΧΟΙ, ΠΤΗΣΗ & Διάστημα, 2ΤΡΟΧΟΙ, ΗΧΟΣ & Ηi-Fi/Εικόνα, Εν Λευκώ, Safetrack, περιοδικά στην Τουρκία και σύντομα αλλού). Έτσι, λοιπόν, που τα κατάφερα, έμεινα μόνος με τους αναγνώστες που είναι στο ίδιο πλοίο, με τους ανθρώπους που κατάλαβαν γιατί επέλεξα την εκδοτική και δημοσιογραφική «ορθοδοξία». Πόσοι είναι; Ευτυχώς για τον ήρωα της ταινίας που ανέφερα, μερικές εκατοντάδες χιλιάδες. Δυστυχώς για τον ίδιο, φαίνεται ότι αυτή η αναντίρρητη αλήθεια δεν «περνάει» στον υπόλοιπο Tύπο, με αποτέλεσμα η περίπτωσή μας να μοιάζει με τη singularity μιας μαύρης τρύπας. Ό,τι πέφτει μέσα της, ακόμα και το φως, χάνεται κι εκείνοι που θα έπρεπε κάνουν πως δε μας/με βλέπουν.
Εκτός από τους συνταξιδιώτες. Τους αναγνώστες που κατανοούν. Σαν τους νέους που συνάντησα σε ένα όμορφο σπίτι στις Σπέτσες. Eίχαν ξεφυλλίσει παλιά περιοδικά, είχαν διαβάσει άρθρα και ρεπορτάζ που είχε σκεπάσει η σκόνη του χρόνου, όπως το «Μια βροχερή μέρα στη Μοντάζ», την οδήγηση της Zakspeed F1 στο Paul Riccard, το άρθρο για τη Porsche 959, τη Mercedes W196 και άλλα, που το καθένα έκρυβε ημέρες ή και μήνες σκληρής προσπάθειας για να πραγματοποιηθεί.
Για λόγους που δεν μπορούν να αναφερθούν στο editorial ενός περιοδικού, αλλά σε βιβλίο (αν με έλεγαν... Γκαρθία Μάρκες), το καλοκαίρι που πέρασε δεν ήταν απ’ τα καλύτερα. Επειδή λίγα (καλοκαίρια) έχουν απομείνει, τα όσα συνέβησαν θυμίζουν την ταινία «Mια αιωνιότητα και μια μέρα», με τους τρεις μήνες του καλοκαιριού να παίζουν το ρόλο ενός 24ώρου. Δεν είχα την τύχη του πρωταγωνιστή, αλλά, όπως καλά γνωρίζουν οι αναγνώστες, μπορείς να «πεθάνεις» χωρίς να «αυτοκτονήσεις». Μπορεί να ζήσεις εκατό χρόνια και να έχεις χάσει τη ζωή ή να έχεις φτιάξει τον κόσμο και να αισθάνεσαι ότι δεν έκανες τίποτα! Όπως συμβαίνει με ανθρώπους της ηλικίας μου, οι επαφές με τους νέους σε κάνουν να θυμάσαι κομμάτια της ζωής που έχεις ξεχάσει. Αν αυτό δεν παρατείνει τη ζωή, τότε τι; Λες... Αφού θυμούνται, σημαίνει ότι ακόμα υπάρχεις! Όχι σαν καρικατούρα στις κοσμικές στήλες των κουτσομπολίστικων φυλλάδων, αλλά σαν πολεμιστής στο δάσος του Σέργουντ, έστω και χωρίς πανοπλία. Oι αναγνώστες θύμισαν στιγμές που είχα ξεχάσει, με αποτέλεσμα να δακρύσω σαν χαρακτήρας σε σίριαλ του Φώσκολου. Στην επιφάνεια ήλθαν οι διαδρομές που έκαναν στο δεξί κάθισμα «μυθικών» αυτοκινήτων, όπως είναι οι Lancia Stratos και τα Audi Quattro, οι πτήσεις στο εμπρός ή το πίσω κάθισμα μαχητικών, 20 μέτρα πάνω απ’ τη θάλασσα, με το Αιγαίο να ασπρίζει με 12 μποφόρ, οι επιταχύνσεις από τα g (8,9;) ο τερματισμός σε 3ωρο Τατόι, η συμμετοχή στα παλιά ράλλυ (με υ, όχι με ι, κα Διόρθωση) και διάφορα άλλα, που οι αναμνήσεις τους με συντροφεύουν, όταν ο λύκος δεν είναι εδώ. Ποιος ο «λύκος»; Οι τύψεις που όλοι μεταφέρουμε, επειδή κάποιες στιγμές της ζωής μας δεν πήραμε τις σωστές αποφάσεις. Δεν πήγαμε τους γονείς μας στο «χωριό», δεν ακολουθήσαμε την καρδιά μας, φοβηθήκαμε τις «επιπτώσεις», δεν καταλάβαμε το άγγιγμα Εκείνης ή Εκείνου, δεν πήγαμε δεξιά (ή αριστερά, δεν έχει σημασία) στο σταυροδρόμι που οδηγούσε στην υπογραφή συμφωνίας με τον... άλλο μας εαυτό!
Παλιότερα αστειευόμουν, όταν έγραφα ότι ο θάνατος είναι ένα γελοίο μηχανικό λάθος. Σήμερα το πιστεύω απόλυτα, γιατί δεν έχουμε λόγο να φεύγουμε, εκτός κι αν εμείς το επιλέξουμε. Αν μπορούσα να ζήσω 600 χρόνια, θα έκανα όσα δεν πρόλαβα ή δεν τόλμησα να κάνω και θα προέτρεπα τους νέους να κάνουν τα ίδια και περισσότερα. Θα κατέβαινα σε σπήλαια, θα γύριζα πίσω στο χρόνο για να αλλάξω μία Στιγμή, θα πήγαινα στον ISS, θα έκανα (αν είχα 100 εκατ. δολάρια) μια βόλτα γύρω απ’ το φεγγάρι. Θα τέλειωνα πανεπιστήμια και πολυτεχνεία, θα σχεδίαζα, κατασκεύαζα, δοκίμαζα κάθε λογής μηχανές. Θα γύριζα τη Γη, θα επισκεπτόμουν όλα τα ποτάμια, θα διέσχιζα όλα τα δάση, θα σκαρφάλωνα σε όλα τα βουνά. Θα έκανα μια βόλτα στο γαλαξία, αλλά θα επέστρεφα στο μύλο της κας ¶ννας στη Σκύρο, για να (ξανα)φάω μια φέτα καρπούζι κάποια αυγουστιάτικη νύχτα, με το φεγγάρι να ρίχνει το ασήμι που σας έλεγα δύο τεύχη πριν.
Να πάρει και να σηκώσει, έτσι που τα κατάφερα. Ζω παρέα με τις αναμνήσεις μου, αλλά, αν ξεκινούσα απ’ την αρχή, πάλι θα βάδιζα τη Σιέρα Μαέστρα, θα αγωνιζόμουν (με τον τρόπο μου) για τη σωτηρία του πλανήτη, θα πολεμούσα τις θεούσες (ανατολικές και δυτικές) και θα αναμετριόμουν με το Μαθητευόμενο Θεό, τον άνθρωπο-κτήνος.
Πέρα και πάνω απ’ όλα, όμως, θα ονειρευόμουν. Τα όνειρα σώζουν απ’ την τρέλα. Διατηρούν την ισορροπία. Χωρίς όνειρα, πεθαίνεις. Δεν αγαπάς, δεν πονάς, δε λυπάσαι, δεν περιμένεις, δε ματώνεις. Δε ξέρω πόσοι είχαν όνειρα, πόσο μεγάλα ή δυνατά ήταν. Μακάρι να ’χουν, γιατί, αν δεν, θα γίνουν σαν τους λοβοτομημένους που βλέπουμε στα reality και στις φυλλάδες lifestyle.
Είναι τα όνειρα που κάνουν τους 4Τ να μπουν στα 36. Ποια; Όλα και κανένα. Ο ουρανός και η γη. Οι παραλίες της νιότης, οι μυρουδιές του καλοκαιριού, τα παλιά Ακρόπολις, η σκόνη των ειδικών διαδρομών, τα ξενύχτα για να «βγει» το περιοδικό. Λιθογραφεία, βιβλιοδετεία, Πάρνηθες, Ριτσώνες, αγώνες ταχύτητας στη Ρόδο, στην Κέρκυρα και στο Τατόι. Ο διάδρομος προσγείωσης στο αεροδρόμιο της Τρίπολης.
Πώς γίνεται να τα θέλεις όλα και, την ίδια στιγμή, να μη θέλεις... τίποτα; Μα, είναι ο μόνος τρόπος για να είσαι αληθινός. Να τα θέλεις όλα, αλλά να μη σε νοιάζει αν δεν έχεις τίποτα, εκτός από όνειρα! Αυτά σε σώζουν, σε κρατάνε ζωντανό, ακόμα κι αν υποκύψεις στο γελοίο μηχανικό λάθος που ανέφερα πριν! Γιατί, αν πράγματι όλα όσα κάνουμε είναι ρουτίνες λογισμικού, κάπου θα υπάρχει η δική σου και δεν αποκλείεται να... επιστρέψεις. Δε μιλάω για μετεμψύχωση, αλλά για Μη Θάνατο. Δε γίνεται από τη μια να ονειρεύεσαι και από την άλλη να... πεθαίνεις. Κάποιο λάκκο έχει η -κατασκευαστική- φάβα.
Φαίνεται πως φταίει ο Οκτώβριος. Η «επέτειος» των γενεθλίων συν ένα είδος επιστροφής στο μέλλον μέσα απ’ το παρελθόν προξενεί στο γράφοντα μια μορφή συναισθηματικής αταξίας. Το «ένδοξο» παρελθόν και το αβέβαιο μέλλον. Τι αβέβαιο, δηλαδή; Δε νομίζω ότι υπάρχει μέλλον που να είναι πιο... βέβαιο απ’ το δικό μου! Όσο περνάνε τα χρόνια και το σώμα χάνει τις δεξιότητές του (καλό;), τόσο πιο κοντά έρχεται η Βεβαιότητα του Τέλους, εκτός κι αν προλάβουν οι επιστήμονες. Φαντάζεστε; Οι 4ΤΡΟΧΟΙ να γιορτάζουν τα... 300 με έναν και μόνο αναγνώστη: εμένα.

Πώς θα είναι το περιοδικό το 2.300 μ.Χ.; Με τι θα ασχολείται, αφού δε θα υπάρχουν αυτοκίνητα; Με το παρελθόν! Mε το πώς ήταν οι κοινωνίες από το 1900 μέχρι το 2020. Με τις Ferrari, τις Mazerati, τα Lotus και τις -αληθινές- Porsche. Με την προ Μεγάλου Αδελφού εποχή. Mε το 2005.
Επειδή το 2300 είναι μακριά, ας δούμε το υπόλοιπο του 2005. Το τώρα. Το καλοκαίρι που πέρασε και το χειμώνα που έρχεται. Τη μοναξιά που δημιουργεί η πολυκοσμία. Τους νέους που διαβάζουν παραμύθια και τους παλιούς που πιστεύουν ότι μπορεί να γίνουν πραγματικότητα.
«Χασάπη, γράμματα», φωνάζει το κοινό. Γράψε για τα νέα μοντέλα της Φρανκφούρτης. Ενδιαφέρον! Εν όψει των εξελίξεων, η αναφορά στα «νέα μοντέλα» θα αποκτήσει ενδιαφέρον. 64; 68; 70 ή 105 δολάρια το βαρέλι σύμφωνα με τα worst case scenario Aμερικανών αναλυτών. Tο πετρέλαιο, αγαπητοί, και οι «ουρές» που θα δημιουργηθούν στα καταναλωτικά. Πόσοι θα μπορούν να δίνουν 1,5 ευρώ για ένα λίτρο βενζίνης; Ποια «μοντέλα» αυτοκινήτων (και καταναλωτών) θα επιζήσουν και ποια θα εξαφανιστούν όπως οι δεινόσαυροι; Το ερώτημα είναι ποια είναι τα νέα μοντέλα στη Φρανκφούρτη ή ποιο είναι το νέο μοντέλο των (δυτικών) κοινωνιών στα χρόνια που έρχονται; Ποια είναι η αποστολή του τεχνικού δημοσιογράφου; Να παρουσιάζει «νέα μοντέλα» ή να τα αντιμετωπίζει με κριτικό μάτι; Οι απαντήσεις στα επόμενα τεύχη των 4Τ!_ Κ. Κ.